Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

ΕΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ


Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟ
Με προβλημάτισε αρκετά το περιεχόμενο που θα έπρεπε να παρουσιάσω σχετικά με τον διαλογισμό. Η προσωπική εμπειρία είναι ελλιπής και μεταβάλλεται ανάλογα με τις εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες στις οποίες βρίσκεται ο καθένας. Δυστυχώς δεν έχω την δυνατότητα να εισδύσω σε μεγάλο βάθος στην ουσία του διαλογισμού, θα γίνει όμως μια προσπάθεια να αποσαφηνιστούν κάποια βασικά στοιχεία. Θα ήθελα να προειδοποιήσω τον αναγνώστη ότι τα αναγραφόμενα απηχούν μόνο προσωπικές απόψεις, δεν αποτελούν διδασκαλία, ούτε έχουν το κύρος κάποιας αλήθειας, ούτε καν είναι κάτι το σταθερό, αλλά μεταβάλλονται με την πάροδο του χρόνου. Ενδεχομένως να περιέχουν σφάλματα και ατέλειες, αλλά είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να διατεθεί από μέρους μου αυτή την στιγμή. Ας υπάρχει λοιπόν η μέγιστη επιφυλακτικότητα. Από τις διάφορες πιθανές προσεγγίσεις του διαλογισμού ας θεωρηθεί ότι αυτή είναι μια ακόμα.

Έχω την αίσθηση η οποία μου δημιουργήθηκε άμεσα από την πρώτη επαφή με το θέμα αυτό, ότι το βασικό κλειδί του διαλογισμού είναι η κατάσταση της εσωτερικής σιγής, το σταμάτημα των σκέψεων. Η εσωτερική σιγή συνδυάζεται με την κατάσταση της προσοχής. Δεν έχει νόημα σε κατάσταση μειωμένης επίγνωσης. Αυτό θα σήμαινε ύπνο και πιθανώς αποβλάκωση. Η εσωτερική σιγή πρέπει να συνοδεύεται από αυξημένη επίγνωση, από προσοχή γενικώς. Ασφαλώς μπορούμε να είμαστε αρκετά προσεκτικοί σκεφτόμενοι ταυτόχρονα διάφορα. Κάποιος μπορεί να οδηγεί προσεκτικά ένα αυτοκίνητο και στο «υπόβαθρο» του νου του να δουλεύει κάποια παράλληλη φαντασίωση. Αυτός βέβαια είναι ο κανόνας και ασφαλώς δεν μιλάμε τότε για διαλογιστική κατάσταση. Αυτή υπάρχει όταν έχουμε εσωτερική σιγή και αυξημένη επίγνωση ταυτόχρονα.

Μια πρώτη παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε είναι ότι δεν είναι δυνατόν να σταματήσουμε τις σκέψεις μας με άμεση προσπάθεια. Όσο τις «παλεύουμε» τόσο μας ξεφεύγουν. Πρέπει να κινηθούμε διαφορετικά. Χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί. Δεν είναι αναγκαίο να επιλέξουμε κάτι ώστε να συγκεντρωθούμε σε αυτό, αλλά μπορούμε να έχουμε ένα είδος γενικής προσοχής που να μην κατευθύνεται κάπου συγκεκριμένα, παρατηρώντας οτιδήποτε εμφανίζεται στο «οπτικό» πεδίο του νου μας μέσα στην ροή των γεγονότων της καθημερινότητάς μας. Ό,τι υποπίπτει στην αντίληψή μας πρέπει να του αφιερώνουμε την απόλυτη επίγνωσή μας. Είτε αυτό είναι σκέψη, συναίσθημα, ομιλία, αισθητηριακή εντύπωση, κίνηση, ή συνδυασμός αυτών, ή και όλα μαζί. Όταν π.χ. βαδίζουμε να έχουμε επίγνωση του βαδίσματός μας, του περιβάλλοντός μας, των αισθημάτων που γεννιούνται μέσα μας, των φαντασιώσεών μας… Δεν προσπαθούμε να αλλάξουμε κάτι, αλλά και αν το κάνουμε, τότε να παρακολουθούμε την προσπάθειά μας αυτή μαζί με όλα τα άλλα. Δεν πιεζόμαστε για να προσέξουμε τα πάντα, αλλά παρατηρούμε ό,τι βρεθεί «μπροστά» μας χωρίς να μας απασχολεί το αν μας ξεφεύγει κάτι, είτε εσωτερικό, είτε εξωτερικό.

Η διάχυτη αυτή γενική επίγνωση έχει μια καταλυτική επίδραση στην διαδικασία της σκέψης μας. Την σταματάει αβίαστα. Σαν να μην της αφήνει «χώρο», σαν να μην την δίνει ενέργεια. Η χωρίς έλεγχο σκέψη τρέφεται με ενέργεια μέσω της αφηρημάδας μας. Όταν είμαστε προσεκτικοί η ενέργεια ρέει προς την επίγνωση και όχι προς την σκέψη. Δημιουργείται έτσι η κατάσταση της εσωτερικής σιγής, χωρίς να χρειαστεί να παλέψουμε με τον νου μας.

Έχει διαπιστωθεί από πολλούς ότι η παρακολούθηση της αναπνοής είναι κάτι που ίσως βοηθήσει στην διαδικασία αυτή. Μας τροφοδοτεί με κάποια ενέργεια και δημιουργεί νοητική διαύγεια. Αλλά αυτό δεν χρειάζεται να γίνει ψυχαναγκαστικά υπό μορφή κάποιας «τεχνικής», δηλαδή να καθίσουμε κάπου ακίνητοι και για ένα χρονικό διάστημα να ζοριζόμαστε για να συγκεντρωθούμε αποκλειστικά στην αναπνοή μας. Την παρακολουθούμε για όσο νοιώθουμε χαλαρά. Όταν αρχίσει η μάχη με τον εαυτό μας η ουσία του πράγματος χάνεται αμέσως.

Ο οξυδερκής παρατηρητής αντιλαμβάνεται σύντομα ότι η αγχώδης προσπάθεια λειτουργεί ανασταλτικά στον διαλογισμό. Δημιουργεί ένταση και δυσφορία. Τις σκέψεις μας θα τις «νικήσουμε» μόνο όταν δεν τους επιτεθούμε κατά μέτωπο, αλλά αφαιρώντας τους τα ερείσματα. Αυτό το επιτυγχάνει η διάχυτη, χαλαρή, αλλά πλήρης προσοχή, ίσως γιατί στρέφει το ενδιαφέρον μας στην παρατηρούμενη πραγματικότητα (εσωτερική και εξωτερική) η οποία γεμίζει το πεδίο της αντίληψής μας, μη αφήνοντας περιθώριο στον νου μας να σκέφτεται χωρίς κανένα έλεγχο. Με άλλα λόγια ο νους πρέπει να χαλαρώσει και να γεμίσει από επίγνωση, ώστε να αδειάσει από σκέψεις με φυσικό τρόπο.

Συνοψίζουμε λοιπόν λέγοντας ότι η εσωτερική σιγή είναι βασικό στοιχείο της διαλογιστικής κατάστασης και επιτυγχάνεται μέσω της συνειδητής, διάχυτης, χαλαρής επίγνωσης. Αυτή η επίγνωση είναι μια κατάσταση προσεκτικής συγκεντρωμένης παρατηρητικότητας, με την οποία παρατηρούμε οτιδήποτε υποπέσει στο πεδίο της αντίληψής μας. Τις κινήσεις μας, το περιβάλλον, τις σκέψεις μας, τα αισθήματά μας, τα κίνητρά μας, τους ήχους, την ομιλία μας κ.λ.π. χωρίς όμως να πιεζόμαστε να συγκεντρωθούμε σε κάτι συγκεκριμένο δια της βίας, ή να συγκεντρωθούμε στα πάντα. Ο καταναγκασμός είναι και αυτός μια ακόμη σκέψη και μάλιστα πολύ διασπαστική και ανισόρροπη.

Θα ρωτήσει κανείς το πως μπορούμε να προσέχουμε με αυτό τον τρόπο. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια συγκεκριμένη τεχνική. Διότι η τεχνική ιδωμένη από αυτή την οπτική γωνία, είναι μια εμμονή με την οποία θα καταναγκάσουμε τον εαυτό μας. Ίσως η απλή αλλά συνειδητή και σοβαρή πρόθεση να είναι αρκετή. Πως κινούμε το χέρι μας για να πιάσουμε κάποιο αντικείμενο; Έχουμε την πρόθεση να το κάνουμε και όταν η πρόθεση αυτή υπερβεί σε ειλικρινή σοβαρότητα και αποφασιστικότητα ένα ανεπαίσθητο αόρατο όριο, τότε το χέρι μας κινείται. Όσο η πρόθεσή μας είναι κάτω από αυτό το όριο σημαίνει ότι δεν το έχουμε πάρει πραγματικά απόφαση, το χέρι μας δεν κινείται και εμείς αναλωνόμαστε σε συζητήσεις και εσωτερικές συγκρούσεις, ρωτώντας για τεχνικές και οικτίροντας τον εαυτό μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

IO CHE AMO SOLO TE